Οι Γερμανικές ευθύνες για την Ευρωπαϊκή κρίση

Συνέντευξη του Νίκου Ανδρουλάκη στην Εφ. Πελοπόννησος και στον δημοσιογράφο Κωνσταντίνο Μάγνη

 

Καταλογίσατε ευθύνες στην Ανγκελα Μέρκελ για την αφυδάτωση από την οποία πάσχει η χώρα. Αντιθέτως εκείνη πιστεύει πως μας έσωσε. Επρόκειτο για θανάσιμη θεραπεία;

Το 2010, όταν υπογράψαμε το πρώτο μνημόνιο μετά από μία καταστροφική διακυβέρνηση από την Νέα Δημοκρατία, η χώρα κινδύνευε με άμεση χρεοκοπία. Οι συνέπειες της θα ήταν πολύ χειρότερες, όπως εμμέσως παραδέχτηκε και ο σημερινός πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στο SPD, παρόλο που και σήμερα Υπουργοί του, όπως ο κ. Βερναδάκης προσπαθούν να αγιοποιήσουν εκείνη την περίοδο. Τα Ευρωπαϊκά Κράτη μέσα από πολλές παλινωδίες και καθυστερήσεις κατάφεραν να δημιουργήσουν θεσμούς, όπως ο ESM και διαδικασίες δανεισμού των χωρών που έχουν ανάγκη που στο παρελθόν δεν υπήρχαν. Όμως έγιναν πολλά λάθη, τόσο στον σχεδιασμό των προγραμμάτων, όσο και στην εφαρμογή τους. Η επιμονή στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων και στην άμεση προσαρμογή, παρά τις κοινωνικές συνέπειες που είχαν και η θέση σε δεύτερη μοίρα των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, ήταν λάθος επιλογές. Ιδιαίτερα η επιλογή ενός γρήγορου ρυθμού δημοσιονομικής προσαρμογής, έναντι μίας πιο ήπιας μετάβασης, δημιούργησε ένα αρνητικό σπιράλ στην οικονομία, τις συνέπειες του οποίου βλέπουμε ακόμα και σήμερα στον κοινωνικό ιστό αλλά και στην ανάπτυξη.

Δυστυχώς, μετά από τόσα χρόνια προσπαθειών, δεν έχουμε δει την ελληνική οικονομία να κάνει ουσιαστικά βήματα προς μία θετική κατεύθυνση. Κανένας δεν αμφισβητεί τις σημαντικές ευθύνες του εγχώριου πολιτικού συστήματος για το αποτέλεσμα αυτό. Άλλωστε το επισήμανα και στην πρόσφατη ομιλία μου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Όμως η κα Μέρκελ είναι η μόνη ευρωπαία πρωθυπουργός που έχει ζήσει από την αρχή έως το τέλος την εξέλιξη της ελληνικής κρίσης και ηγείται της ισχυρότερης χώρας της Ένωσης. Συμμετείχε σε όλες τις κρίσιμες συνεδριάσεις και ήταν εκείνη που έδινε τον τόνο. Έχει ευθύνες τόσο για την συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στα προγράμματα, όσο και για την επιμονή σε τυφλές και οριζόντιες πολιτικές λιτότητας, υπονομεύοντας την κοινωνική συνοχή και την οικονομική ανάπτυξη μακροπρόθεσμα.

Να μην αναγνωρίσουμε ωστόσο ότι είχε να αντιμετωπίσει μια συνοφρυωμένη και προκατειλημμένη κοινή γνώμη που ερμήνευε το  ελληνικό ζήτημα με βάση τα γνωστά στερεότυπα των τάμπλοιντ αλλά και των γυμνασιακών μας ανεκδότων;

Πιστεύω πως ο ρόλος ενός πολιτικού, ιδιαίτερα όταν είναι σε μία τόσο νευραλγική θέση, όπως η κα Μέρκελ είναι να καθοδηγεί και να εκπαιδεύει την κοινή γνώμη και όχι απλώς να την ακολουθεί. Δυστυχώς δεν προσπάθησε επαρκώς. Έπρεπε να φτάσουμε στο σήμερα για να πει ξεκάθαρα η Γερμανίδα Καγκελάριος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι η Γερμανία έχει ωφεληθεί τα μέγιστα από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την ενιαία αγορά. Τα πράγματα είναι απλά, η γερμανική πολιτική ελίτ και δεν επεξήγησε ότι ένας από τους κύριους λόγους της κρίσης ήταν η ελλειματική αρχιτεκτονική της Ένωσης που οι ίδιοι ωστόσο είχαν επιβάλει. Όταν έφτασε η ώρα των αποφάσεων, αυτές ήταν αποσπασματικές και καθυστερημένες. Να σας θυμίσω πως το κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» ιδρύθηκε το 2013, με κεντρικό σύνθημα την διακοπή των προγραμμάτων βοηθείας και μετά εξελίχθηκε στο ακροδεξιό κόμμα που βλέπουμε σήμερα.

Η γερμανική αντίληψη επιμένει ότι μέσα από τη λιτότητα και τα χαμηλά κόστη θα ανακτήσει η ΕΕ την ανταγωνιστικότητά της. Είναι εντελώς άστοχο αυτό;

Η Ευρωζώνη αποτελείται από 19 Κράτη Μέλη με διαφορετική οικονομία και οργάνωση. Είναι παράλογο κάποιος να πιστεύει ότι μία πολιτική θα έχει τα ίδια αποτελέσματα σε όλα τα Κράτη Μέλη. Ιδιαίτερα, η πολιτική  διατήρησης χαμηλών μισθών στην Γερμανία βοήθησε εν μέρει την ίδια ως μία ως βιομηχανική οικονομία να διατηρήσει την ήδη αυξημένη ανταγωνιστικότητα της αλλά λειτούργησε κυρίως επειδή συμμετέχει σε μία Νομισματική Ένωση που μπορεί να εξάγει τα προϊόντα της χωρίς δασμών. Για να το θέσω διαφορετικά, τα εμπορικά πλεονάσματα της Γερμανίας, είναι τα εμπορικά ελλείματα κάποιων άλλων χωρών. Αυτή η ανισορροπία αποδείχθηκε ότι δεν είναι βιώσιμη. Κατά τη γνώμη μου χρειαζόμαστε ενίσχυση των κοινών θεσμών της Ευρωζώνης. Πρέπει να μετεξελιχθεί σε μία πραγματική Οικονομική, Νομισματική και Πολιτική Ένωση, με κοινούς κανόνες όπως είναι οι κοινοί ελάχιστοι φορολογικοί συντελεστές για τις επιχειρήσεις, αλλά και εσωτερικούς μηχανισμούς πρόληψης και αντιμετώπισης με τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου στη θέση του ΔΝΤ και ενός ισχυρού συστήματος διαβιβαστικών πληρωμών μεταξύ των Κρατών Μελών που κύριο στόχο την ενίσχυση των επενδύσεων και τη στήριξη του κοινωνικού κράτους.

Η στροφή στον λαϊκισμό ανά την Ευρώπη ερμηνεύεται ως ταυτοτική αγωνία. Σας καλύπτει αυτή η εκδοχή; Πότε πρόλαβαν οι Ούγγροι, για παράδειγμα, να αναστατωθούν από την παγκοσμιοποίηση;

Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι στατικό φαινόμενο. Υπήρχε πάντα στην ιστορία, από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα σε διαφορετικούς βαθμούς και μορφές. Η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί και πρέπει να παίξει ένα σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση των θετικών αποτελεσμάτων και στην άμβλυνση των αρνητικών συνεπειών της για τους λαούς.
Ο λαϊκισμός είναι σε άνοδο παντού στον κόσμο και όχι μόνο Ευρώπη. Σε κάθε κοινωνία υπάρχουν διαφορετικοί λόγοι για αυτή την άνοδο. Σε κάποιες χώρες μπορεί να είναι οι κοινωνικές ανισότητες, αλλού η κρίση των μεταϋλικών αξιών και σε κάποιες περιπτώσεις η μετανάστευση. Είναι τέτοια η ταχύτητα των εξελίξεων και των αλλαγών που δεν υπάρχει ο απαιτούμενος χρόνος κατανόησης, με αποτέλεσμα η ταχύτητα αυτή να έχει ζαλίσει την ανθρωπότητα. Σε όλες τις περιπτώσεις όμως υπάρχει ένα κοινό στοιχείο: αυταρχικοί ηγέτες, έτοιμοι για όλα που δεν διστάζουν να πουν τα πιο ακραία ψέματα για να πάρουν την εξουσία εις βάρος των συμφερόντων των λαών τους. Πολλές φορές εργαλειοποιούν τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωση και για την αναπαραγωγή fake news που υπονομεύουν κάθε δημοκρατικό και ορθολογικό διάλογο ενισχύοντας μισαλλόδοξες προπαγάνδες. Δυστυχώς ο κόσμος μας μπαίνει σε μία εποχή όπου όσοι πιστεύουν στις αξίες της Δημοκρατίας, της Αλληλεγγύης, του Κράτους Δικαίου, της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών πρέπει να είναι σε εγρήγορση καθώς οι βεβαιότητες προηγούμενων δεκαετιών εξανεμίζονται η μία μετά την άλλη.

Πλησιάζουμε στο  σημείο κατά το οποίο το ερώτημα έναντι του μεταναστευτικού δεν θα είναι πλέον η απόκρουση αλλά η ομαλή απορρόφηση; Θα μετάλλασσε κάτι τέτοιο πολιτισμικά την Ευρώπη ή και την Ελλάδα;

Τα τελευταία χρόνια τα Κράτη Μέλη και η Ευρωπαϊκή Ένωση προσανατολίζονται περισσότερο στην ενίσχυση της προστασίας των συνόρων παρά στην απορρόφηση. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρόσφατα παρουσίασε την πρωτοβουλία της για την ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Ακτοφυλακής με 10.000 άτομα προσωπικό ως το 2020. Όσον αφορά την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης, είναι αναγκαίο να προχωρήσουμε στην αναθεώρηση του Κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ που αφορά τις αιτήσεις ασύλου, ώστε να φύγει η ευθύνη από τις χώρες πρώτης εισόδου όπως είναι η Ελλάδα και να υπάρχει ένα κοινό σύστημα διαχείρισης και καταμερισμού των αιτήσεων. Τέλος, στον τομέα του Μεταναστευτικού, προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η βελτίωση των οικονομικών συνθηκών στις χώρες προέλευσης, ώστε να μην χρειάζεται κάποιος να διακινδυνεύσει τη ζωή του για να εξασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον για τον ίδιο και την οικογένειά του. Η δημογραφική έκρηξη άλλωστε της Αφρικής, όπου υπολογίζεται ότι μόνο η Νιγηρία θα είναι τρίτη σε πληθυσμό σε όλο τον κόσμο τις επόμενες δεκαετίας, δεν μας αφήνει άλλη επιλογή. Για το λόγο αυτό έχουμε ιδρύσει το Ταμείο για την Αφρική ώστε να χρηματοδοτήσουμε επενδύσεις τόσο στις υποδομές, όσο και στη δημιουργία αξιοπρεπών θέσεων εργασίας στην περιοχή. Παράλληλα, πρέπει να ενισχύσουμε τις νόμιμες οδούς, για να χτυπηθούν τα κυκλώματα εμπορίας που εκμεταλλεύονται εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο και να μπορούν τα Κράτη Μέλη που έχουν ανάγκη και η οικονομία τους αντέχει να δεχθούν το ανθρώπινο δυναμικό που χρειάζονται αποφεύγοντας τις κοινωνικές εντάσεις.

Επέτειος 17 Νοέμβρη 1973. Ας κάνουμε τις αναπόφευκτες αναγωγές. Πόσο απέχει η σημερινή κεντροαριστερά από το μοντέλο ενός σχήματος που θα ενέπνεε νέους ανθρώπους;

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973 και η αποκατάσταση της Δημοκρατίας τον Ιούλιο του 1974 έδωσε την ευκαιρία για τη δημιουργία νέων κομμάτων και την ανάδειξη ενός νέου πολιτικού προσωπικού, απελευθερωμένου σε μεγάλο βαθμό από τις ιδεοληψίες του Εμφυλίου πολέμου που καθόριζαν την προδικτατορική περίοδο. Η πολιτική συμμετοχή για τους νέους εκείνης της εποχής ήταν ο τρόπος για να αλλάξουν τον κόσμο. Δυστυχώς, πολλοί από τους σημερινούς νέους βλέπουν την πολιτική με δυσπιστία και αμφισβήτηση. Χρειάζεται να αποενοχοποιηθεί η έννοια της συμμετοχής στα πολιτικά κόμμα.  Όμως για να γίνει αυτό και να τους πείσουμε ότι αξίζει ο κόπος να ασχοληθούν ξανά θα πρέπει να τους αποδείξουμε ότι  δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Να βάλουμε νέους στα κέντρα λήψεις των αποφάσεων και να μην τους χρησιμοποιούμε απλώς ως κάδρο για την ανακαίνιση παλαιών συστημάτων εξουσίας. Το σημαντικότερο όμως είναι οι ιδέες. Θα πρέπει τα κόμματα και ιδιαίτερα αυτά της κεντροαριστεράς να αποχτήσουν ένα σύγχρονο ιδεολογικό οπλοστάσιο που να απαντά στις αγωνίες των πολιτών και κυρίως της νεότερης γενιάς. Αν δεν γίνει αυτό, αμφιβάλλω αν η πολιτική θα αποχτήσει ξανά την γοητεία που είχε σε άλλες εποχές.

Η Κυβέρνηση επιμένει στη συμφωνία των Πρεσπών μολονότι τη φθείρει δημοσκοπικά. Μήπως αντλεί άλλα κέρδη μεγαλύτερα, σε διεθνές επίπεδο;

Είναι αλήθεια ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και μεγάλο μέρος της Διεθνούς Κοινότητας, στηρίζει την Συμφωνία, καθώς ανοίγει με αυτόν τον τρόπο ο δρόμος για την είσοδο της γειτονικής μας χώρας τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στο ΝΑΤΟ. Άλλωστε η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τον στόχο της επίλυσης όλων των ανοιχτών ζητημάτων στα Βαλκάνια για την ενίσχυση της σταθερότητας σε μία περιοχή όπου μέχρι πριν από 20 χρόνια ήταν εμπόλεμη περιοχή. Όμως, παρά την όποια στήριξη, καμία συμφωνία δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί αν από την απέναντι πλευρά του τραπεζιού είχε παραμείνει ο κ. Γκρουέφσκι και δεν είχε αναλάβει πρωθυπουργός ο πολύ πιο διαλλακτικός κ. Ζάεφ.

Η Συμφωνία αυτή καθ’ αυτή θα μπορούσα να τη χαρακτηρίσω ημιτελής, καθώς περιέχει αρκετά θετικά σημεία, όπως είναι η αλλαγή του Συνταγματικού ονόματος της γείτονα χώρας στο πλαίσιο της πάγιας Ελληνικής θέσης για μία σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό, για όλες τις χρήσεις (erga omnes) και η τροποποίηση του Συντάγματος σε σημαντικά θέματα. Όμως είναι αρνητικό ότι αναγνωρίζεται με τη Συμφωνία «Μακεδονικής» εθνότητας και γλώσσας δημιουργώντας κεκτημένα που μπορεί να βρούμε μπροστά μας στο μέλλον. Αν Κυβέρνηση και αντιπολίτευση είχαν κοινή στρατηγική, κάτι που δεν επετεύχθη με ευθύνη της κυβέρνησης και την κρυφή της διπλωματία, πιστεύω πως θα είχαμε στα χέρια μας μία καλύτερη συμφωνία.

Κοινοποιήστε το άρθρο:
Μενού