Από τον Μελανσόν στον Καμμένο ένα Μνημόνιο δρόμος

Άρθρο του Νίκου Ανδρουλάκη στην Εφημερίδα “Τα Νέα”

Η Ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία, παρά την κρίση την οποία διέρχεται τα τελευταία χρόνια, αποτελεί μία πλούσια σε πολιτικά ρεύματα παράταξη, που ακόμα και σήμερα συμβάλλει ουσιαστικά στην προσπάθεια πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης. Κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι παραμένει ελκυστική καθώς οι ιδέες της υιοθετούνται κατά περίπτωση από πολιτικές δυνάμεις συγγενείς όπως είναι οι Πράσινοι και οι Φιλελεύθεροι.

Παράλληλα, στην Ελλάδα βλέπουμε ακόμα και τον ΣΥΡΙΖΑ να πλησιάζει όλο και πιο πολύ τις δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας. Από την εποχή «Ολαντρέου» έχει περάσει πολύ καιρός και πλέον ο κ. Τσίπρας συμμετέχει στις συνεδριάσεις τόσο των Σοσιαλιστών πρωθυπουργών πριν τις συνόδους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, όσο και σε εκδηλώσεις σοσιαλιστικών κομμάτων όπως πρόσφατα έγινε με το SPD.

Όμως, αν λάβουμε υπόψη τις θέσεις και την πρακτική του ΣΥΡΙΖΑ θα διαπιστώσουμε ότι η δήθεν «κεντροαριστερή» στροφή αποτελεί έναν ακόμη επικοινωνιακό σχεδιασμό.

Τα παραδείγματα είναι πολλά.

Όταν είχε έρθει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ο κ. Τσίπρας, εμφανίστηκε  ως το αντίπαλο δέος της ακροδεξιάς, όταν στην Ελλάδα επέλεξε μετά από δύο διαφορετικές αναμετρήσεις να συγκυβερνήσει με τον κ. Καμμένο και να γίνει ο απολογητής του. Μάλιστα η ευκολία με την οποία συνεργάζεται με τον κ. Μελανσόν στην Ευρώπη και τον κ. Καμμένο στην Ελλάδα δεν οφείλεται σε ιδεολογική ασάφεια αλλά αποτελεί στρατηγική επιλογή.

Παράλληλα στο εξωτερικό καταγγέλλει τις πολιτικές λιτότητας ενώ στο εσωτερικό υπερφορολογεί, όχι για την εφαρμογή μίας στοχευμένης κοινωνικής πολιτικής αλλά για την δημιουργία νέων πελατειακών σχέσεων και την εξυπηρέτηση μικροκομματικών συμφερόντων.

Ακόμη είναι το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο Πρόεδρος Γιούνκερ, στην τελευταία του ομιλία για την Κατάσταση της Ένωσης επισήμανε την ανάγκη να περάσουμε στη λήψη αποφάσεων με πλειοψηφία για τα ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αναφέροντας δύο παραδείγματα τα οποία αφορούσαν την Ελλάδα.  Το πρώτο ήταν σχετικά με το βέτο που βάλαμε ως χώρα στην κοινή δήλωση σχετικά με τις παραβιάσεις δικαιωμάτων στην Κίνα, με αποτέλεσμα η Ένωση να είναι αναγκασμένη να σιωπήσει στο Συμβούλιο των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, στη Γενεύη. Το δεύτερο αναφερόταν στην καθυστερημένη επιβολή κυρώσεων στην Βενεζουέλα λόγω των αντιδράσεων μίας χώρας.

Τέλος ακόμη και στο θέμα του μεταναστευτικού τα αριστερά αντανακλαστικά της κυβέρνησης έχουν εξατμιστεί. Παρά το φαραωνικό ποσό των 1,6 δις που έχει διατεθεί για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης, οι συνθήκες που επικρατούν στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου προκαλούν ντροπή και εκθέτουν διεθνώς τη χώρα. Σαν να μην έφτανε αυτό, η χώρα μας ελέγχεται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης για κακοδιαχείρηση.

Για τους συνεπείς οι ιδεολογίες έχουν την σημασία τους, όμως αρκετές φορές οι αποφάσεις λαμβάνονται βάσει της ισχύoς του καθενός. Σε αυτό το πλαίσιο δεν μπορεί να μας κάνει εντύπωση η οπορτουνιστική προσπάθεια του κ. Τσίπρα να φανεί ως εκπρόσωπος της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας στη χώρα μας αλλά και κάποιων ευρωπαίων να τον προσεταιριστούν. Αντί λοιπόν να ξορκίζουμε τα γεγονότα, οφείλουμε να προετοιμαστούμε για μία σύγκρουση αξιών και σχεδίου για το μέλλον της χώρας. Οι επερχόμενες Ευρωεκλογές αποτελούν ένα προνομιακό πεδίο για την Δημοκρατική Παράταξη ώστε να ανατρέψουμε τους σημερινούς συσχετισμούς και να στείλουμε ένα σαφές μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις. Είμαι αισιόδοξος ότι μπορούμε να το καταφέρουμε.

Κοινοποιήστε το άρθρο:
Μενού