Άρθρο Νίκου Ανδρουλάκη, Προέδρου ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής στην εφημερίδα «Τα Νέα»
Το ΠΑΣΟΚ πήρε και θα συνεχίσει να αναλαμβάνει γενναίες πρωτοβουλίες για να δείξει έναν άλλο δρόμο πολιτικής, που μπορεί να βελτιώσει την καθημερινότητα του ελληνικού λαού και τις λειτουργίες του κράτους. Στην κοινωνία μας υπάρχει διάχυτη δυσφορία για το κόστος ζωής, την κατάσταση στο ΕΣΥ αλλά και την όλο και κλιμακούμενη κρίση εμπιστοσύνης στους θεσμούς. Το ΠΑΣΟΚ, λοιπόν, απαντά με καθαρές λύσεις στις καθημερινές αγωνίες του πολίτη και όχι χαμηλώνοντας τον πήχη και οικοδομώντας μία κοινωνία μειωμένων προσδοκιών.
Το εμβληματικότερο παράδειγμα που αποδεικνύει την απουσία πολιτικής βούλησης της κυβέρνησης να συγκρουστεί με τα ολιγοπώλια, είναι η απόρριψη της τροπολογίας που κατέθεσε το ΠΑΣΟΚ για την έκτακτη εισφορά 5% στα κέρδη των τραπεζών, (ποσό, που φτάνει στα 500 εκ. ευρώ για το 2023 και το 2024) στα οποία εμπεριέχονται και τα ουρανοκατέβατα κέρδη από την επιτοκιακή διαφορά και τις υπέρογκες χρεώσεις. Μέσω αυτής της πρωτοβουλίας είχαμε σκοπό να ασκήσουμε πίεση τόσο στην κυβέρνηση που παριστάνει τον Πόντιο Πιλάτο όσο και στις τράπεζες, ώστε να αρθούν όλοι στο ύψος των περιστάσεων και να μπει τέλος σε πρακτικές που δυσκολεύουν την καθημερινή ζωή των πολιτών. Μόλις καταθέσαμε την τροπολογία στη Βουλή, ο Υπουργός Οικονομικών εξήγγειλε ότι επεξεργάζεται σχέδιο ρυθμίσεων για τις τραπεζικές χρεώσεις και τα δάνεια.
Δεύτερο παράδειγμα είναι η τροπολογία μας για την ενίσχυση του στεγαστικού αποθέματος, την αναστολή έκδοσης αδειών μόνιμου επενδυτή (golden visa) στους δήμους όπου έχουν αυξηθεί πολύ τα ενοίκια, και τον περιορισμό των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Εδώ, τα μπαλώματα και οι προχειρότητες της κυβέρνησης συνδέονται άρρηκτα με το «αναπτυξιακό» υπόδειγμα του επενδυτικού καιροσκοπισμού που επιδιώκει για τη χώρα.
Πριν από μερικούς μήνες, πιέσαμε την κυβέρνηση και την αναγκάσαμε να αλλάξει τα όρια έκδοσης golden visa. Την προειδοποιήσαμε, μάλιστα, να μην επιτρέψει τόσο ευρύ χρονικό περιθώριο από τη νομοθέτηση ως την εφαρμογή της αύξησης των νέων ορίων. Το αποτέλεσμα ήταν 6.000 ακίνητα να πουληθούν μέσω golden visa σε λίγους μήνες, και μάλιστα στο χαμηλό όριο, κοντά στις 250.000 ευρώ. Αφαιρέθηκαν έτσι από την αγορά ακίνητα που θα μπορούσαν να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες των φοιτητών και των πιο αδύναμων οικονομικά πολιτών. Συνέπεια των ανερμάτιστων αυτών πολιτικών είναι το γεγονός πως το 31% των Ελλήνων που ζουν σε πόλεις, έχουν κόστος στέγασης άνω του 40% του εισοδήματός τους, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι 10,6%.
Επιπλέον, προτείναμε τη μείωση του ΦΠΑ σε ορισμένα βασικά αγαθά. Ενώ καλούσαμε την κυβέρνηση να λάβει το έκτακτο αυτό μέτρο εν μέσω έντονης πληθωριστικής κρίσης, όταν οι ανατιμήσεις στα τρόφιμα έτρεχαν με ταχύτητα πολύ μεγαλύτερη από τον γενικό πληθωρισμό, ο πρωθυπουργός το απέρριπτε με κάθετο τρόπο για δημοσιονομικούς λόγους, καταλήγοντας να στείλει μια επιστολή-παρωδία στην κυρία φον ντερ Λάιεν για τις πολυεθνικές. Αλλά ήταν ο ίδιος και το κόμμα του, που ως αξιωματική αντιπολίτευση πρότειναν οριζόντια μείωση του ΦΠΑ εν μέσω υπαρξιακής κρίσης για τη χώρα το 2010 και το 2011, ενώ η λαϊκιστική τους ρητορική συνεχίστηκε μόλις βγήκαμε από τα μνημόνια, προτείνοντας ξανά οριζόντια μείωση του ΦΠΑ με τροπολογία το 2019, χωρίς καμία κοστολόγηση.
Επίσης, πήραμε πρωτοβουλία να ενταχθούν στα βαρέα και ανθυγιεινά έστω οι νοσηλευτές, οι οδηγοί του ΕΚΑΒ και οι τραυματιοφορείς, που είναι εργαζόμενοι του ΕΣΥ, προκειμένου να δώσουμε ένα κίνητρο σε όλες αυτές τις κατηγορίες των εργαζομένων, την ώρα μάλιστα που υπάρχει έλλειψη ενδιαφέροντος να ενταχθούν στο Εθνικό Σύστημα, καθώς και να δώσουμε τέλος σε μία μεγάλη αδικία, αφού εργαζόμενοι στους ίδιους κλάδους στον ιδιωτικό τομέα εντάσσονται στα βαρέα και ανθυγιεινά. Ακόμη και σε αυτό, η Κυβέρνηση δεν πήρε καθαρή θέση. Για όλα αυτά τα ζητήματα πήραμε συγκεκριμένες νομοθετικές πρωτοβουλίες, αλλά η Κυβέρνηση τις αντιμετώπισε με αλαζονεία και φτηνές δικαιολογίες, δείχνοντας πόσο έχει απομακρυνθεί από τις ανάγκες του ελληνικού λαού.
Στην αναθεώρηση του Συντάγματος έχουμε προτείνει να αλλάξει ο τρόπος επιλογής της ηγεσίας της δικαιοσύνης, ώστε να πάψει να εξαρτάται από την εκάστοτε Κυβέρνηση. Η επιλογή θα πρέπει να γίνεται με ευρύτερες συναινέσεις, που θα διασφαλίζουν την αυτονομία, θα ενδυναμώνουν τη διάκριση των εξουσιών και θα ενισχύουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς, η οποία κλονίστηκε από τον χειρισμό συγκεκριμένων υποθέσεων όπως η τραγωδία των Τεμπών και το παρακράτος των υποκλοπών.
Όλες αυτές οι προτάσεις είναι στοιχεία του πολιτικού μας σχεδίου για έναν άλλο τρόπο διακυβέρνησης, προοδευτικό και αξιόπιστο, που θα δώσει πνοή στις δημιουργικές δυνάμεις του τόπου αλλά και ελπίδα και προοπτική σε όλους τους Έλληνες πολίτες.