Πριν από λίγες ημέρες η Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενέκρινε με συντριπτική πλειοψηφία τον ενισχυμένο Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας, δίνοντάς του τη δυνατότητά του να στηρίζει άμεσα τα Κράτη Μέλη σε περιπτώσεις φυσικών ή άλλων καταστροφών.
Συγκεκριμένα, το νέο πλαίσιο για το οποίο ήμουν ο Εισηγητής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ενδυναμώνει ουσιαστικά́ την πρόληψη με τη δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής λίστας διασυνοριακών κίνδυνων, όπως οι πανδημίες ή τα πυρηνικά́ ατυχήματα, για τα οποία τα κράτη-μέλη οφείλουν να είναι προετοιμασμένα. Παράλληλα καταφέραμε να διατηρήσουμε την πρόβλεψη για τη δημιουργία πανευρωπαϊκών στόχων ανθεκτικότητας, τους οποίους συνδέουμε με τα εθνικά σχέδια αντιμετώπισης. Δίνουμε επίσης για πρώτη φορά τη δυνατότητα στην Επιτροπή, σε περιπτώσεις κρίσεων, να προβαίνει η ίδια και χωρίς περιττή γραφειοκρατία στην προμήθεια μέσων που έχουν ανάγκη τα κράτη μέλη μέσω της ευρωπαϊκής δεξαμενής rescEU. Επιπλέον, αυξήσαμε τη χρηματοδότηση στο 100% για την προμήθεια και συντήρηση πυροσβεστικών αεροπλάνων, πράγμα εξαιρετικά σημαντικό και για τη χώρα μας. Με τον προϋπολογισμό να κυμαίνεται στα 3,1 δις ευρώ, πετύχαμε τον πενταπλασιασμό του, σε σχέση με την περίοδο 2014-2020.
Ποια είναι λοιπόν η προστιθέμενη αξία αυτών των αλλαγών; Μετατρέψαμε τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας σε ένα μέσο έμπρακτης αλληλεγγύης που θα υπερβαίνει τον κατακερματισμένο τρόπο δράσης και θα παρεμβαίνει με συντονισμένο, γρήγορο και κυρίως, αποτελεσματικότερο τρόπο. Η σημασία του Μηχανισμού φάνηκε και στην αρχή της πανδημίας, όταν συνέβαλε καθοριστικά στον επαναπατρισμό πάνω από 80.000 πολιτών από χώρες εκτός Ευρώπης. Παράλληλα, έλαβε τις κατάλληλες αποφάσεις, ώστε να δημιουργηθεί, ένα πανευρωπαϊκό αποθεματικό με τον αναγκαίο ιατρικό και υγειονομικό εξοπλισμό σε 9 βάσεις σε όλη την Ευρώπη, μεταξύ αυτών και στην Ελλάδα. Ο Μηχανισμός όμως παρέχει βοήθεια και σε τρίτες χώρες, όπως συνέβη και στην Ινδία με την αποστολή οξυγόνου και υγειονομικού εξοπλισμού.
Η πανδημία του κορονοϊού κατέδειξε πράγματι ότι χωρίς συνεργασία, κανένα κράτος, όσο ισχυρό κι αν είναι, δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα μόνο του. Για να χρησιμοποιήσω έναν όρο του Γερμανού κοινωνιολόγου Ούρλιχ Μπεκ, στην «κοινωνία της διακινδύνευσης» η κινητήρια δύναμη συμπυκνώνεται στη φράση «φοβάμαι», καθώς οι παραβιάσεις των φυσικών συνθηκών ζωής μετατρέπονται σε παγκόσμιες κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές και βιολογικές απειλές για όλη -ανεξαιρέτως- την ανθρωπότητα. Συνεπώς, στο εκτεταμένο αυτό πλέγμα κινδύνων και απειλών, που διέπει τις σύγχρονες κοινωνίες, είναι προφανές ότι το όραμα για μια αυτοδύναμη Ευρώπη που εξαντλείται αποκλειστικά στο νόμισμα και την ενιαία αγορά, αυτοϋπονομεύεται. Όμως δυνάμεις συντηρητικές και αντιδραστικές στέκονται τροχοπέδη στις μεγάλες αποφάσεις που απαιτούνται.
Για όσους πιστεύουμε στο όραμα της Ενωμένης Ευρώπης, της Ευρώπης των λαών, έχουμε περισσότερο ανάγκη την ενότητα τη συνεννόηση και την αλληλεγγύη. Το μόνο αντίδοτο σε αυτή τη δύσκολη πραγματικότητα είναι τα πολλά σταθερά βήματα που θα σφυρηλατήσουν το κοινό μας μέλλον. Ισχυρούς, αυτόνομους μηχανισμούς θεσμικής αλληλεγγύης, στα κοινωνικά ζητήματα, την οικονομία και την ασφάλεια, που θα εγγυώνται τη συλλογική ευημερία των λαών της Ευρώπης. Oπως έλεγε άλλωστε και ο «πατέρας» της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ζαν Μονέ «η Ευρώπη θα φτιαχτεί μέσα στις κρίσεις και θα είναι το σύνολο των λύσεων που θα αποφέρουν». Το rescEU είναι ένα τέτοιο βήμα που ενσαρκώνει τον τελικό στόχο του ευρωπαϊκού σχεδίου, να γίνει η Ευρώπη φάρος ειρήνης ευημερίας και ισότητας για όλη την ανθρωπότητα